ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ
Περνά ο καιρός, ημέρες, χρόνια
και στο περίμενε είμαι ξανά
και με λουλούδια ή με τα χιόνια
είσαι παντού και πουθενά.
Πόσο γερνάω και κουρασμένος
χαμένη ψάχνω υπομονή,
βαθιά στη σκέψη μου μέσα χαμένος
μια ηλιαχτίδα σου πως θα φανεί.
Δεν με φοβίζει η μοναξιά μου
ούτε τα ύψη και τα βουνά,
γιατί η σκέψη σου είναι κοντά μου
και όταν με σώζει, με κυβερνά.
Χιλιάδες χρόνια έχουν περάσει
του Ολύμπου οι μέρες των γεναιών
εμένα όμως με έχουν γεράσει
λόγια παράξενα, άλλων Θεών.
Σφίγγω τα χείλη και με πονάνε
είμαι στου Δία την άδεια αυλή
γύρω μου νύμφες που με γροικάνε
σαν να μου δίνουν ζεστό φιλί.
Βρίσκω στα χείλη, χαρά που κλαίει
και στην καρδιά μου ανάβει φωτιά
φλόγα αιώνια που ακόμα καίει
και γιγαντώνεται με τη ματιά.
Στην πέτρα κάθομαι την γκρεμισμένη
φεύγει η κούραση που αλυχτά,
είναι το γέλιο σου φωτιά αγιασμένη
φωνή στο στήθος μου που ξενυχτά.
Η ώρα έφτασε και εγώ στο τέλος
της άδειας λύπης μου που με λυγά,
κλείνω τα μάτια μου να δω το βέλος
που μέχρι σήμερα με κυνηγά.
ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΤΕΧΗΣ ΚΑΝΑΤΑΣ
ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ
ΜΑΪΟΣ 2021