ΤΗΝ ΝΥΧΤΑ ΠΟΥ ΗΛΘΑΝ ΟΙ ΘΕΟΙ
Την νύχτα που ήλθαν οι Θεοί
και μου ψιθύρισαν για την αλήθεια
ήταν απόλυτη ηρεμία και φεγγαράδα.
Ίσα που ακουγότανε το κυματάκι στο Γιαλό
απαλός φλοίσβος στην ευλογία της νυχτιάς.
Γέμισε η αυλή μου με ευωδιές και λογισμούς
γύρω στο φως του φεγγαριού που μας εφώτιζε.
Μα πιό πολύ με φώτιζαν τα λόγια των Θεών μου.
Ήρεμα απλά και απαλά πίναμε νέκταρ και ευωδία
μέσ’ σε χρυσά και ασημένια δισκοπότηρα
που είχαν φτιάξει οι Μούσες με μαγεία.
Πρώτος μου μίλησε ο Δίας με την γλυκιά μα βροντερή φωνή του
ύστερα ο Απόλλωνας, ο Άρης, ο Ερμής,
η Αθηνά και η Περσεφόνη, η Ήρα τελευταία με τρυφερή γλυκάδα.
Τη νύχτα αυτή με τύλιξαν αιώνες και Ιστορία
η αλήθεια ξετυλίχτηκε στου φεγγαριού το φώς.
Και γώ αναρωτήθηκα πόσα μου κρύβουν τόσα χρόνια…..
Αιώνες που δεν έλαμψε ποτέ το Μέγα Φώς,
Πώς τ’ άφησε ο Άνθρωπος τόσο πολύ να λείψει!
Τί όνειρο, τί ομορφιά ,τί κάλλος στην Αυλή μου!
Και γώ σιγά σιγά,γλυκά και με λαχτάρα
την Λευτεριά άρχισα να βρίσκω λίγη λίγη.
Απλόχερα που μου την πρόσφεραν οι Άξιοι καλεσμένοι.
Δέος μεσ’ στον Απέραντο Ουρανό.
Αλήθεια γιατί άργησε τόσο πολύ να έρθει;
Και εγώ μές τους αιώνες να προσμένω
πώς άντεξα με τόση υπομονή!
Μα έστω κι άν άργησε να’ ρθεί
ακόμα υπάρχει, ζει ανάμεσά μας.
Μέσα στην τόση οχλαγωγία και συνάφεια
μέσα στην άγρια καθημερινότητα
μέσα στα χάδια του καιρού και των ανέμων.
Στα λόγια που ακούγονται αυθόρμητα
και κλείνουν μέσα τους Αρχαία Τραγωδία.
Τα λόγια που θυμίζουν Ισοκράτη και Θαλή.
Λέξεις μου μείνανε σε στόματα σαν το χρυσάφι
και μιλούν από καρδιά με μέγα κάλλος.
Ήρθε η ώρα Αδελφοί, ήρθε η ώρα
να μεταλλάξουμε το είναι των Θεών
σε μέγα πάθος των Ανθρώπων και της Φύσης
σε μέγα άνεμο της Γνώσης, της Ζωής.
Κ.Δ.ΚΑΤΕΧΗΣ
ΙΟΥΝΙΟΣ
2018