Η ΦΟΥΡΤΟΥΝΑ Ούτε για γούτσο κάνουμε ούτε και μποκολέτα για θα μας πάρει η Όστρια σαράντα καναλέτα. Κι ούτε παπόρι μακρινό μηδέ το Μάη σκούνα, και συ το άσπρο μαντήλι σου όσο κι αν θέλεις κούνα. Δεν έχει στρόπο στο κουπί στη βάρκα ούτε πανιόλα στη πλώρη όμως κοντράρεται η αργούντουλα στη βιόλα. ”Σαράντα σβέρκοι βοδινοί” που λέει κι ο ποιητής μας ένα τραμπάκουλο κι αν θες δεν κάνει για τους τρεις μας. Όξω το Πόρτο αρέβαρε και γλέπει απ την πετσάλα, που αφρίζουνε τα κύματα και η θάλασσα είναι γάλα. Τι να του κάνεις του θεριού του παποριού τη πρύμη αφού ο κάβος λύθηκε και αντάριασε η μνήμη. Σαν το παπόρι του Τσαντή του Μήτση το καΐκι του Νάπα το τραμπάκουλο το κάργο του Γιοσύφη. Ή τον Γκιαζίμη με πανιά τη βάρκα απ’ το Σιδάρι στο Φύκι ρίχνει άνκουρα στο Πόρτο θα μπαρκάρη…. Ποιος ξέρει, ίσως κάποτε μονιάσουν τα μυαλά μας, και ένα καΐκι απ’τα παλιά φέρουμε στα νερά μας… Αυτά τα δύστροπα νερά που όταν θα θυμώσουν μέχρι κεφάλια δυνατά για πάντα θα θολώσουν. ΚΩΣΤΑΚΗΣ ΚΑΝΑΤΑΣ |